Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

Λόγος και αντίλογος για το μνημόνιο...

Στις εκλογές της 6ης Μαϊου ο Ελληνας ψηφοφόρος βρέθηκε αντιμέτωπος με το απόλυτο αδιέξοδο. Από τη μία τα δύο κόμματα που διαφέντεψαν τη ζωή του από τη Μεταπολίτευση και μετά έφεραν την κατάσταση σ’ αυτό το χάλι, και τον παρότρυναν να τα εμπιστευθεί και πάλι, διότι «θα έσωναν τη χώρα από την άτακτη χρεοκοπία». Κι από την άλλη διάφορα άλλα κόμματα, που του έταξαν ότι θα καταγγείλουν το μνημόνιο, θα πετάξουν στα μούτρα των ξένων τα λεφτά των δανείων, θα καταργήσουν τα χαράτσια, θα βρουν την απόλυτη συνταγή της πάταξης της φοροδιαφυγής, δεν θα κάνουν καμία απόλυση απ’ αυτές που προετοίμαζε η τρόικα και οι ως τώρα κυβερνήτες. Κι όχι μόνο αυτό, υπόσχονται ότι θα μας οδηγήσουν και στην ανάπτυξη.
Η επιλογή ήταν εύκολη. Ακριβώς όπως το 2009. Όταν ο Καραμανλής, διαισθανόμενος ότι έτσι που τα’ χε καταφέρει και δεν είχε κάνει τίποτα όσο είχε αυτός το τιμόνι, προτίμησε να κάνει μια προεκλογική εκστρατεία αυτοκτονίας, τάζοντας μόνο μειώσεις και περικοπές. Και την ίδια ώρα ο Γιώργος μας παραμύθιαζε ότι «λεφτά υπάρχουν». Κορόιδο ήταν ο Ελληνας να ψηφίσει τις σίγουρες περικοπές; Ψήφισε αυτόν που του έδωσε ένα διέξοδο, που υποσχέθηκε ότι δεν θα του έκοβε. Με τα γνωστά αποτελέσματα…
Ετσι και τώρα. Κορόιδο είναι ο κόσμος να ψήφιζε ότι θα συνέχιζε αγόγγυστα να δέχεται καρπαζιές, όλο και πιο δυνατές, στον ήδη κόκκινο σβέρκο του; Πήγε μ’ αυτόν που του έδωσε ένα διέξοδο, που του είπε ότι δεν θα τον καρπαζώσει. Πήγε με την επιλογή που δίνει ελπίδα, με αυτόν που είπε ότι θα κερδίσουμε το στοίχημα.
Δίνει όμως, πράγματι; Η μήπως είναι κι αυτή φρούδα, όπως το «λεφτά υπάρχουν» πριν τρία χρόνια; Είναι ρεαλιστικό να λες ότι θα καταγγείλεις το μνημόνιο και στη συνέχεια θα πας στην Ευρώπη να διαπραγματευθείς; Είναι ρεαλιστικά αυτά που υπόσχεσαι;
Το λέω από την αρχή. Δεν είμαι οικονομολόγος. Ανήσυχος είμαι, όπως όλοι. Και με το φτωχό μυαλό μου βάζω κάτω τα πράγματα, να δω αν μπορούν να ταιριάξουν με τη φτωχή μου λογική.
Κατ’ αρχάς, η καταγγελία του μνημονίου. Στα δικά μου μάτια φαίνεται τουλάχιστον αστείο να τους πούμε εξαρχής ότι καταργούμε όλα όσα έχουμε συμφωνήσει να κάνουμε και να περιμένουμε οι δανειστές μας να συνεχίζουν να μας δίνουν λεφτά. Το κακό αυτό μνημόνιο το υπογράψαμε και τις βαριές αυτές δεσμεύσεις τις αναλάβαμε επειδή πια οι Ευρωπαίοι δεν μας εμπιστεύονται. Τόσα χρόνια μας δάνειζαν, τώρα που φτάσαμε στο μη παρέκει και τα λεφτά τους κινδυνεύουν προσπαθούν να τα εξασφαλίσουν. Και προφανώς ξέρουν ότι αν ο δρόμος που διάλεξαν πάει προς τα βράχια, μόνοι τους θα υποχρεωθούν να τον αλλάξουν, για να συνεχίσουν να έχουν την ελπίδα ότι θα πάρουν τα λεφτά τους. Αν, λοιπόν, καταγγείλουμε το μνημόνιο, λεφτά δεν έχει.
Ο αντίλογος είναι σαφής. «Γιατί μας δάνειζαν τόσα χρόνια; Για να μας βάλουν στο χέρι, να μας εξαθλιώσουν και να πάρουν μπιρ παρά ό,τι καλό έχουμε, ήλιο, πετρέλαια, οικόπεδα φιλέτα, εταιρείες κτλ». Μα, η κοινή λογική έτσι δεν λέει ότι αντί να προσπαθήσουν να μας σώσουν, θα έπρεπε να μας οδηγήσουν προς την άτακτη χρεοκοπία, αφού σε τέτοια περίπτωση αυτοί θα έχουν το σκληρό νόμισμα και θα μπορούν να βάλουν χέρι σε οτιδήποτε θέλουν με το πολύ 1/3 των χρημάτων που χρειάζονται με την υπάρχουσα ισοτιμία;
Κι άλλωστε, σε μια λυκοφιλία, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση, τι περιμέναμε; Ανθρωπισμό; Να μας δανείσουν επειδή λυπούνται την κατάντια μας; Τόσα χρόνια που μας χρυσοπλήρωσαν, από τα ΜΟΠ του 1985 και πέρα (και για να μην το πάμε μόνο στους κακούς, αναίσχυντους πολιτικούς, πέστε μου αν δεν ξέρετε τουλάχιστον έναν που να εισέπραττε επιδοτήσεις, δικαίως ή αδίκως) και ξεκοκαλίζαμε τα δάνεια, δεν ξέραμε ότι ήταν δανεικά; Και ότι κάποια στιγμή θα τελειώσουν και θα πρέπει να πληρώσουμε;
Πριν, λοιπόν, βάλουμε στο στόχαστρο την κάθε Μέρκελ και τον κάθε Σόιμπλε, μήπως είναι καλύτερο να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση τους; Για παράδειγμα, αν η Ελλάδα δεν είχε τα προβλήματα που είχε και τα αντιμετώπιζε π.χ. η Σλοβακία, και ήταν στο χείλος της χρεοκοπίας, τι θα έλεγε η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων; «Βοηθήστε τους Σλοβάκους που είναι εταίροι μας στην Ευρώπη», να πληρώνουμε εμείς τους φόρους μας κανονικά για να τα παίρνουν οι Σλοβάκοι; Η, μήπως, από την αρχή θα λέγαμε «βρε δεν πάνε να πνιγούν τα ζωντόβολα, αφού τα κάνανε έτσι όπως τα κάνανε ας τα λουστούν κιόλας».  Κι αν δεν το λέγαμε από την αρχή, μάλλον σίγουρα θα μας ερχόταν στο μυαλό αν μαθαίναμε ότι οι Σλοβάκοι όχι μόνο δεν δέχονται να δεσμευτούν για κάποια πράγματα που θα διασφαλίσουν τα χρήματα που τους δίνουμε, αλλά ετοιμάζονται να καταγγείλουν τη σύμβαση, απαιτώντας όμως από εμάς να συνεχίσουμε να τους δίνουμε λεφτά!
Υπάρχει κι άλλος αντίλογος. «Ολα είναι μπλόφα. Δεν θα μας αφήσουν να χρεοκοπήσουμε. Δεν είδατε που τα έλεγε κιόλας η Μέρκελ όταν υπογράφηκε το δεύτερο μνημόνιο; Αν χρεοκοπήσει η Ελλάδα θα παρασύρει την ευρωζώνη και… τέζα η Γερμανία, που δεν θα μπορεί πια να κάνει εξαγωγές». Εδώ πάμε σε πιο σκοτεινά σημεία. Υπάρχουν οικονομολόγοι που λένε ότι το ευρώ μπορεί να αντέξει την έξοδο της Ελλάδας, άλλοι που λένε ότι δεν μπορεί. Είναι θέμα εκτίμησης και συμφερόντων, μάλλον.
Το θέμα είναι αν είμαστε έτοιμοι, σαν χώρα, να δοκιμάσουμε αυτή τη μπλόφα. Διότι περί μπλόφας πρόκειται. Δεν πας να βρεις με τον άλλο μία λύση, πας και του λες στα μούτρα του, μάλιστα με ειρωνικό χαμόγελο, ότι «αφού ήσουν τόσο ηλίθιος και με δέχτηκες στην ευρωζώνη πριν δέκα χρόνια, τώρα δεν μπορείς να απαλλαγείς από εμένα, θα με πληρώνεις στον αιώνα τον άπαντα επειδή χωρίς εμένα θα καταρρεύσεις». Δεν πας να διαπραγματευθείς τη δική σου δύναμη, αλλά την αδυναμία του άλλου.
Κι έστω ότι αυτό έχει βάση. Οτι η ευρωζώνη δεν μπορεί, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, να αντέξει τους κλυδωνισμούς από την έξοδο της Ελλάδας. Τι θα κάνει η Ευρώπη; Θα σκύψει το κεφάλι και θα πει «αφού ήμουν τόσο ηλίθιος που τους δέχτηκα στην ευρωζώνη θα τους πληρώνω τώρα»; Την ώρα που βάζει όρους και μνημόνια και σε Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία, ετοιμάζεται και στην Ιταλία; Δεν θα επαναστατήσουν όλοι αυτοί; Δεν θα πουν «καλά, εμείς βλάκες είμαστε που δεχτήκαμε τα μνημόνια; Τα καταγγέλουμε κι εμείς»! Και… πάπαλα το ευρώ και η ευρωζώνη.
Πιο λογικό στη σκέψη μου φαντάζει ότι αν εξωθήσουμε στα άκρα τους μεγάλους, αυτοί θα μας απαντήσουν να πάμε να πνιγούμε. Και μπορεί το ευρώ να κλυδωνιστεί για ένα διάστημα, όχι τόσο εξαιτίας της Ελλάδας που είναι ένα μικρό μέρος της ευρωπαϊκής οικονομίας, όσο επειδή οι αγορές θα φοβηθούν ότι αφού άνοιξε η πόρτα θα ακολουθήσουν και μεγαλύτεροι «παίκτες» της οικονομίας, και ειδικά η Ισπανία. Αλλά αυτοί που έχουν τα λεφτά θα λυσσάξουν να το στηρίξουν, και παράλληλα θα στείλουν κι ένα μήνυμα στις άλλες χώρες που έχουν ή ετοιμάζονται να αποκτήσουν μνημόνιο, ότι «μην μας κάνετε τον μάγκα γιατί θα σας πετάξουμε από το παράθυρο». Και η κατάσταση που θα επικρατήσει στην Ελλάδα μετά τη χρεοκοπία θα είναι το καλύτερο παράδειγμα προς αποφυγή για όσους είναι κοντά στο γκρεμό, ώστε να πειθαρχήσουν…
Χρησιμοποιώντας αυτό το επιχείρημα, το «μη με αφήσετε να χρεοκοπήσω γιατί θα σας πάρω μαζί μου», η Ελλάδα μοιάζει με τον Σαμψών. Που αποφάσισε να πεθάνει μεν, αλλά είπε και το «αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων» και τους πήρε όλους μαζί του. Κι αυτός πέθανε, όμως. Προσωπικά, αν είναι να πεθάνω, αδιαφορώ αν μαζί μου θα πεθάνουν κι άλλοι 500 ή θα πάω μόνος μου. Αν ήταν να σωθώ εγώ, θα μπορούσα να δεχτώ ότι υπάρχουν και μυαλά που θα το δέχονταν. Να σωθούμε εμείς και να ρίξουμε στο γκρεμό όλους τους άλλους. Αμφιβάλλω, όμως, για το πώς η διακοπή του δανεισμού μπορεί την άλλη μέρα να φτιάξει τη ζωή μου, την καθημερινότητά μου.
Και φτάνουμε στο ζουμί της υπόθεσης. Τη χρεοκοπία. Την οποία πια πολλοί έχουν αρχίσει να απαξιώνουν πια. Με το γνωστό επιχείρημα «τι έχω να χάσω»; Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων ανήκει πια σε τρεις κατηγορίες: Είτε είναι μισθωτοί, συνταξιούχοι και δημόσιοι υπάλληλοι κι έχουν δει τα εισοδήματά τους να μειώνονται σχεδόν στο μισό, είτε είναι άνεργοι, και ειδικά νέοι άνεργοι χωρίς προοπτική να βρουν δουλειά αφού δεν υπάρχουν δουλειές, είτε είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρηματίες και είδαν τους τζίρους τους να εξανεμίζονται. Ολοι αυτοί είτε μειώνουν τα έξοδα στα απολύτως απαραίτητα, είτε επιβιώνουν από τα έτοιμα, είτε βρίσκονται στο υπέρτατο αδιέξοδο, αφού… δεν έχουν έτοιμα να φάνε. Κι όλοι αυτοί δεν έχουν καμία αίσθηση ασφάλειας της εργασίας τους, της υγείας τους, της παιδείας, της προσωπικής περιουσίας. Οπότε, σου λέει, ας γίνει και χρεοκοπία, πόσο χειρότερα μπορεί να είναι από αυτό που ζω ήδη;
Ας κάνουμε μια υπόθεση εργασίας. Ενα ωραίο βράδυ Παρασκευής (που θα έχει κλείσει το χρηματιστήριο) θα ανακοινωθεί ότι φεύγουμε από το ευρώ. Ας πάρουμε το σενάριο ότι μας πιάνουν εξ απήνης, όχι ότι θα το’ χουμε μυριστεί πιο πριν, ή με τον φόβο του «μήπως γίνει κάτι» αποσύρουμε κι άλλες καταθέσεις από τις τράπεζες. Τι θα γίνει την επόμενη μέρα το πρωί;
Προφανώς το ευρώ θα αρχίσει να διαπραγματεύεται από την «παγωμένη» ισοτιμία των 340,75 δρχ. με την οποία έγινε και η μετατροπή. Πόσο θα διαρκέσει αυτή η ισοτιμία; Μία ώρα; Δύο ώρες; Προφανώς μετά θα αρχίσει να γλιστράει. Για να σταθεροποιηθεί… πού; Οι εκτιμήσεις του περασμένου Σεπτεμβρίου, πριν καν το δεύτερο μνημόνιο, μιλούσαν για υποτίμηση 120%. Τώρα μπορεί να έχει φτάσει και στο 200%. Δηλαδή εκεί που ήθελες 340 δρχ. για να αποκτήσεις ένα ευρώ, μετά θα θέλεις περίπου ένα χιλιάρικο.
Μια επιδερμική προσέγγιση λέει «και τι το χρειάζομαι το ευρώ; Εγώ δραχμή θα έχω. Ούτε στο εξωτερικό θα πηγαίνω, ούτε ξένα προϊόντα θα αγοράζω, οπότε τι με νοιάζει η ισοτιμία»; Προφανώς η Ελλάδα δεν εισάγει μόνο ακριβά ξένα προϊόντα, αλλά και πρώτες ύλες που της χρειάζονται για την επιβίωσή της, ακόμα και… ζάχαρη (εκεί κατάντησε…). Μην αναλύσουμε ένα-ένα προϊόν, ας πάμε μόνο στο πετρέλαιο. Το οποίο, δυστυχώς, δεν έχουμε (και αν το έχουμε στο υπέδαφός μας, για να το βγάλουμε πρέπει να περάσουν κάποια χρόνια, δεν γίνονται αυτά από τη μία στιγμή στην άλλη) και για να το αποκτήσουμε πρέπει να πληρώσουμε σε δολάρια. Προφανώς θα χρειαστούμε τα τριπλάσια λεφτά σε δραχμές για να αποκτήσουμε την ίδια ποσότητα πετρελαίου, για να κινούνται τα λεωφορεία, τα νοσοκομειακά, τα τανκς, τέλος πάντων όποιο όχημα έχει το κράτος υπό τον έλεγχό του, αλλά και για τον καθένα μας, για να κινήσει το αυτοκίνητό του, για να ζεσταθεί το χειμώνα. Αλλά και για να αγοράσει το καθετί που μεταφέρεται, διότι η διεθνής τιμή του πετρελαίου επηρεάζει (λόγω μεταφορικών) όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες.
Αδυνατώ, λοιπόν, να καταλάβω πώς και γιατί θα αλλάξει η ζωή μου προς το καλύτερο, ή τέλος πάντων θα αποκτήσω μια ελπίδα ότι θα πάω προς το καλύτερο, όταν θα φύγω από το ευρώ και θα πάω προς τη δραχμή. Το εισόδημά μου και οι καταθέσεις μου θα έχουν μειωθεί τουλάχιστον στο μισό, αν όχι στο 1/3. Προοπτική ανάπτυξης δεν θα υπάρχει, εκτός αν εννοούμε ανάπτυξη ότι λόγω της φτώχειας μας θα προσελκύσουμε περισσότερους τουρίστες, οι οποίοι όμως με ένα δικό τους ευρώ αντί να αγοράζουν προϊόντα και υπηρεσίες αξίας 340 δρχ., θα παίρνουν αντίστοιχα πράγματα που θα κοστίζουν σχεδόν ένα χιλιάρικο. Για να πάρουμε, δηλαδή, τα ίδια λεφτά σε όγκο, πρέπει να προσελκύσουμε τριπλάσιους τουρίστες, ή να τους πείσουμε να χαλάσουν τα τριπλάσια λεφτά.
Η μπορεί να πει κάποιος ότι οι εξαγωγές μας θα γίνουν ελκυστικές. Αλήθεια, τι εξάγουμε τώρα και δεν μπορούμε να το προωθήσουμε επειδή είναι ακριβό και όταν θα πάμε στη δραχμή θα γίνει φθηνό και θα κατακλύσουμε τις παγκόσμιες αγορές; Η μπορεί άλλος να πει ότι θα γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί και θα προσελκύσουμε επενδύσεις. Δηλαδή αυτό που καταδικάζουμε μετά μανίας τώρα, τους μισθούς 250-300 ευρώ που θυμίζουν Βουλγαρία, θα το αποκτήσουμε έτσι κι αλλιώς, μόνο που η μισθοδοσία δεν θα γίνεται σε ευρώ για να μας φαίνονται λίγα, αλλά σε δραχμές με πολλά μηδενικά…
Κι αν όλα αυτά μου φαίνονταν ότι θα διαρκούσαν λίγο, ώστε να πω για άλλη μία φορά ότι θα σφίξω το ζωνάρι και θα προχωρήσω, έχει καλώς. Οδηγούν, όμως, αυτά σε κάποια προοπτική, πλην μιας κακώς εννοούμενης μαγκιάς του στιλ «δεν γονάτισα, άμα λάχει να’ ουμε, στους ξένους δυνάστες, καλύτερα κατεστραμμένος και περήφανος παρά έτσι όπως με είχανε»; Ωραία είναι να αισθάνεσαι μάγκας, αλλά το κατσαρόλι δεν γεμίζει με μαγκιά. Αν μου έλεγαν ότι θα πεινάσω, ναι, θα πεινάσω για ένα διάστημα, αλλά θα έχω αξιοπρεπή δουλειά, αξιοπρεπή νοσοκομεία, αξιοπρεπή σχολεία, αξιοπρεπές φορολογικό σύστημα, θα το δοκίμαζα. Δεν θα το δοκιμάσω, όχι γιατί δεν πιστεύω στις αγαθές προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή του κάθε ΣΥΡΙΖΑ, αλλά διότι νομίζω ότι το λάθος δεν οφείλεται μόνο στους κυβερνώντες, αλλά και στους κυβερνώμενους.
Διότι όσο κακό είναι το κράτος που δεν πατάσσει τη φοροδιαφυγή, άλλο τόσο κακός είναι ο πολίτης που φοροδιαφεύγει. Οσο κακό είναι το κράτος που δεν πατάσσει τη διαφθορά, άλλο τόσο είναι και ο πολίτης που διαφθείρει και διαφθείρεται. Οσο κακό είναι το κράτος που διόγκωσε το δημόσιο, τόσο κακός είναι και ο πολίτης που πίεζε τον βουλευτή-βολευτή με την προοπτική μιας ψήφου για να «βολέψει» το παιδί του. Οσο κακό είναι το κράτος που δεν έκανε ελέγχους για μαϊμού τυφλούς κι ανάπηρους, τόσο κακοί είναι και οι μαϊμού τυφλοί κι ανάπηροι που έτρεχαν να πάρουν τα επιδόματα. Επιτέλους, δεν μπορούμε μόνο να αντιμετωπίζουμε το κακό κράτος ως κακό και τον πολίτη σαν έναν κουτοπόνηρο, που δεν έχει ποτέ καμία ευθύνη και άμα του δώσεις το περιθώριο θα την κάνει τη λουμπινιά…

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα